- κοινωνική ασφάλιση
- Κοινωνικός θεσμός που αποβλέπει στην προστασία των εργαζομένων από διάφορους κινδύνους, ατυχήματα κ.ά. και περιλαμβάνει παροχές που αφορούν ασθένεια, αναπηρία, γηρατειά, ανεργία, μητρότητα κλπ. Η έννοια της κ.α. πρωτοεμφανίστηκε στη Γερμανία επί κυβερνήσεως Βίσμαρκ κατά τη δεκαετία του 1880, με στόχο να οδηγήσει τους εργαζόμενους –που είχαν αποξενωθεί από την ιδέα του κράτους και απειλούνταν συνεχώς από τον κίνδυνο της ανεργίας– να συνειδητοποιήσουν ότι το κράτος δεν είναι μόνο αναγκαίος αλλά και χρήσιμος θεσμός. Ωστόσο, με την πρωτοβουλία αυτή η γερμανική κυβέρνηση απομακρυνόταν από το έως τότε φιλελεύθερο οικονομικό σύστημα της χώρας, οι οπαδοί του οποίου εξέφρασαν φανερά τις αντιδράσεις τους. Ορισμένοι, βέβαια, αναγνώρισαν στον θεσμό τη σοσιαλιστική αντίληψη ότι το κράτος δεν φροντίζει μόνο για την τήρηση των νόμων και της τάξης αλλά και για την κοινωνική ασφάλεια των μελών του. Ωστόσο, η τελευταία αυτή αντίληψη δεν είναι απόλυτα ακριβής, δεδομένου ότι η κ.α. στηρίζεται βασικά στην ομαδική αυτοβοήθεια και στις αναγκαστικές ασφαλιστικές εισφορές εργαζομένων και εργοδοτών. Η κ.α., κεκτημένο της εργατικής τάξης έπειτα από μακροχρόνιους αγώνες, αποτελεί σήμερα κοινωνική αναγκαιότητα, ενώ οι σκοποί της δεν έχουν μόνο κοινωνικοοικονομικό χαρακτήρα αλλά και κρατικό-πολιτικό. Αποβλέπει στη βελτίωση της κοινωνικής κατάστασης των εργαζομένων, στην ενίσχυση του ατόμου και της οικογένειας, καθώς και στην καλύτερη συνεργασία εργαζομένων-εργοδοτών. Η κ.α. σήμερα είναι υποχρεωτική για τους εργαζομένους και τους εργοδότες και ομαδική, δηλαδή καλύπτει το σύνολο των εργαζομένων, ενώ σε ορισμένες χώρες καλύπτει το σύνολο του πληθυσμού (Δανία, Σουηδία κ.α.). Στη χρηματοδότηση των εισφορών συμμετέχει το κράτος ή η κοινωνία (ταμεία, εργοδότες κλπ.) για να εξασφαλιστούν αυξημένες παροχές. Η ευθύνη για την κ.α. αναλαμβάνεται είτε απευθείας από το κράτος είτε από αυτόνομους οργανισμούς, ειδικά ασφαλιστικά ιδρύματα και κλαδικά ταμεία. Πιο επιτυχημένα θεωρούνται τα συστήματα της ενιαίας κ.α., όπως στη Γαλλία. Στην Ελλάδα ο θεσμός άρχισε να ισχύει από το 1937 με την ίδρυση του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΙΚΑ). Παράλληλα με το ΙΚΑ λειτουργούν και άλλα ασφαλιστικάταμεία. Η ασφάλιση συνίσταται σε κύρια και επικουρική. Οι ασφαλισμένοι στο ΙΚΑ ασφαλίζονται και σε άλλον (επικουρικό) οργανισμό· σε αρκετές περιπτώσεις η κύρια ασφάλιση γίνεται από το ταμείο του κλάδου του εργαζομένου και ορισμένοι κλάδοι της (ασθένεια, στράτευση κ.ά.) καλύπτονται από το ΙΚΑ. Το σύστημα της κ.α. στην Ελλάδα έχει δεχτεί κατά καιρούς επικρίσεις, η κυριότερη από τις οποίες εντοπίζεται στο γεγονός ότι το ύψος των ασφαλιστικών εισφορών είναι δυσανάλογο τόσο ως προς την ασφαλιστική παροχή όσο και ως προς την οικονομική δυνατότητα των ασφαλισμένων και των εργοδοτών.
Dictionary of Greek. 2013.